- δρομείς
- Ονομασία πτηνών που δεν μπορούν να πετάξουν, επειδή το στέρνο τους είναι επίπεδο, δεν έχουν δηλαδή τη χαρακτηριστική απόφυση (τρόπιδα) πάνω στην οποία προσφύονται οι ισχυροί πτητικοί μύες, ενώ οι φτερούγες τους δεν είναι ανεπτυγμένες ή έχουν ατροφήσει εντελώς. Ονομάζονται επίσης και ατροπίδωτα. Η θωρακική ζώνη δεν διαθέτει κλειδοαποφύσεις και οι πλευρές δεν έχουν τις αγκιστροειδείς αποφύσεις, που καθώς συνδέονται, ενισχύουν τη στερεότητα και την ελαστικότητα του θωρακικού κλωβού των πτηνών που διαθέτουν τρόπιδα. Τα οστά τους δεν έχουν αεροφόρες κοιλότητες. Τα πόδια τους είναι γενικά μακριά, ισχυρά και εφοδιασμένα με 2-4 δάχτυλα, που απολήγουν σε γαμψώνυχες, τους οποίους χρησιμοποιούν ως επιθετικά όργανα. Οι πτέρυγες καλύπτονται από μαλακά φτερά. Όταν κινούνται οι δ. κρατούν τις φτερούγες χαμηλωμένες και δεν τις χρησιμοποιούν παρά για το σταμάτημα ή για την αλλαγή κατεύθυνσης. Οι δ. ζουν στις στέπες και στις παρυφές των ερημικών περιοχών. Γενικά είναι πτηνά μικρών διαστάσεων, με τέσσερα δάχτυλα στο κάθε πόδι και με ρουθούνια στην άκρη του μακρού ράμφους. Μοναδικό γένος είναι το κίβι της Νέας Ζηλανδίας, που τείνει να εκλείψει. Πρόσφατες έρευνες κατέδειξαν ότι δεν είναι ορθή η κατάταξη των δ. σε μία υφομοταξία, γι’ αυτό και η σύγχρονη επιστήμη τα κατατάσσει σε ανεξάρτητες μεταξύ τους τάξεις (στρουθοκαμηλόμορφα, καζουαριόμορφα, ρεόμορφα, απτερυγόμορφα). Τα είδη που έχουν εκλείψει είναι τα δεινορνιθόμορφα και τα επιορνιθόμορφα.
Dictionary of Greek. 2013.